
Το 1745 η Ευρώπη βρισκόταν και πάλι στις φλόγες εδώ και 5 ήδη χρόνια, από τη μια άκρη στην άλλη. Αιτία ήταν ο Πόλεμος της Αυστριακής Διαδοχής (1740-48), ο πόλεμος επιβίωσης της Αυστρίας έναντι της Γαλλίας και των Γερμανών συμμάχων της και (κατά διαστήματα) της Πρωσίας. Οι Γάλλοι είχαν αποφασίσει να «τελειώσουν» τους Αψβούργους από τον αυτοκρατορικό θρόνο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Έθνους (Ράιχ) τοποθετώντας σε αυτόν ένα δικό τους ανδρείκελο, τον εκλέκτορα της Βαυαρίας Κάρολο Ζ’.
Οι Γάλλοι και οι Βαυαροί είχαν καταφέρει να καταλάβουν μέχρι και την Πράγα, εισβάλλοντας τόσο βαθιά έως τη Βοημία. Αποκρούστηκαν και οι Αυστριακοί εισέβαλαν με την σειρά τους στη Βαυαρία, αλλά το φθινόπωρο του 1744 Γάλλοι και Βαυαροί, εκμεταλλευόμενοι την πρωσική πίεση κατά των Αυστριακών, ανατολικά, ανακατέλαβαν τη Βαυαρία. Λίγο μετά την επιτυχία αυτή όμως ο Κάρολος της Βαυαρίας πέθανε και το γαλλικό όνειρο εκθρόνισης των Αψβούργων άρχισε να σβήνει. Διάδοχος του Καρόλου ήταν ο γιος του Μαξιμιλιανός Ιωσήφ ο οποίος αμφιταλαντευόταν μεταξύ της Αυστρίας και της Γαλλίας. Ο Μαξιμιλιανός όμως δεν έδειχνε να αποφασίζει και η αυτοκράτειρα της Αυστρίας Μαρία Θηρεσία αποφάσισε να πιέσει τα πράγματα…
Εισβολή, σύγκρουση και καταδίωξη
Η Αυστριακή εστεμμένη διέταξε τον Ούγγρο στρατηγός της Κάρολι Γιόζεφ Μπατιάνι να εισβάλει στη Βαυαρία και ει δυνατόν να την υποτάξει ή να την εξαναγκάσει να ταχθεί με την Αυτοκρατορία. Ο Μπατιάνι είχε στη διάθεσή του μόλις 10.000 άνδρες εκ των οποίων ικανός αριθμός ήταν άτακτοι Πανδούροι (ελαφρύ πεζικό από τις βαλκανικές επαρχίες των Αψβούργων, κυρίως Σλοβένοι, Κροάτες, Σέρβοι, αλλά και Έλληνες). Από την άλλη πλευρά όμως η κατάσταση για τους Βαυαρούς ήταν χειρότερη.
Ο γαλλόφιλος υπουργός Εξωτερικών και στρατηγός του Μαξιμιλιανού φον Τέρινγκ είχε μικρές δυνάμεις στη διάθεσή του και έτσι όταν έμαθε για την επικείμενη αυστριακή εισβολή υποχώρησε δυτικά αναμένοντας γαλλικές ενισχύσεις. Στο μεταξύ ο Μπατιάνι προέλασε και κατέλαβε τις πόλεις Άμπεργκ και Φιλσχόφεν. Στο μεταξύ η Γαλλία έστειλε μια μικρή δύναμη στη Βαυαρία υπό τον Ανρί Φρανσουά κόμη ντι Σεγκίρ. Η Γαλλία πολεμούσε σκληρά στις Κάτω Χώρες με τους Βρετανούς και τους Ολλανδούς και δεν μπορούσε να διαθέσει ισχυρότερες δυνάμεις στην περιοχή. Έτσι ο Σεγκίρ βρέθηκε να διαθέτει μόλις 7.000 άνδρες.
Ο Σεγκίρ δεν κατάφερε να ενωθεί με τους Βαυαρούς συμμάχους του τους οποίους περίμενε στρατοπεδευμένος στην πόλη Πφαφενχόφεν του Παλατινάτου. Οι μόνες ενισχύσεις που έλαβε ο Γάλλος στρατηγός ήταν λίγοι άνδρες του στρατού του Παλατινάτου στις 14 Απριλίου 1745. Ο Σεγκίρ βλέποντας πως δεν έχει να περιμένει τίποτα αποφάσισε να υποχωρήσει δυτικά, αλλά οι Αυστριακοί, χάρη στους αεικίνητους ουσάρους τους, είχαν πλήρη εικόνα των εχθρικών κινήσεων. Έτσι ο Μπατιάνι αποφάσισε να επιτεθεί.
Όταν μιλούν τα μαχαίρια
Οι Αυστριακοί πλησίασαν την πόλη νωρίς το πρωί της 15ης Απριλίου και αμέσως επιτέθηκαν στην πόλη με εμπροσθοφυλακή τους Πανδούρους. Στη μάχη συμμετείχαν μόνο 6.000 Αυστριακοί. Οι Γάλλοι αιφνιδιάστηκαν, αλλά οχυρωμένοι στα σπίτια της πόλης πρόβαλαν ισχυρή αντίσταση. Ωστόσο οι Πανδούροι ήταν ειδήμονες στις συγκρούσεις «μικροπολέμου» και στις οδομαχίες και αναρτώντας τα όπλα τους στον ώμο εφόρμησαν με σπαθιά και μαχαίρια κατά των Γάλλων.
Ακολούθησαν τρομακτικές σκηνές. Κεφάλια, χέρια, πόδια πέταγαν στον αέρα, το αίμα έρρεε και οι κραυγές των σφαγιαζόμενων δονούσαν την ατμόσφαιρα. Ο Σεγκίρ κατάφερε να συγκροτήσει μια πρόχειρη γραμμή μάχης σε έναν λόφο δυτικά της πόλης αλλά όταν έφτασε η κύρια δύναμη των Αυστριακών στο σημείο οι Γάλλοι δεν άντεξαν. Άλλη μια προσπάθεια συγκράτησης των Αυστριακών από τους Γάλλους απέτυχε και ο Σεγκίρ διέταξε τα υπολείμματα των δυνάμεών του να υποχωρήσουν.
Πανικόβλητοι οι Γάλλοι υποχώρησαν με σκοπό να βρεθούν στη δυτική όχθη του Παάρ από τη μοναδική, στην περιοχή, γέφυρα. Οι ουσάροι και οι Πανδούροι του Μπατιάνι όμως τους καταδίωκαν και έσφαζαν όποιοι έφταναν. Με δυσκολία ο Σεγκίρ κατάφερε να διατηρήσει τους οργανικούς δεσμούς των τμημάτων του περνώντας τελικά τον ποταμό. Αυτό έσωσε τους Γάλλους από πλήρη καταστροφή. Οι υποχωρούντες Γάλλοι έφτασαν κοντά στο ποταμό Λεχ την επομένη, αλλά στις 17 Απριλίου τα αυστριακά ελαφρά στρατεύματα τους πρόλαβαν και επικράτησε πανικός.
Τελικά οι Γάλλοι κατάφεραν να περάσουν τον ποταμό Λεχ και κατέστρεψαν κατόπιν τη μόνη στην περιοχή γέφυρα αποτρέποντας την περαιτέρω καταδίωξη των Αυστριακών. Η μάχη είχε λήξει με αυστριακό θρίαμβο. Οι Γάλλοι είχαν εγκαταλείψει όλα τα πυροβόλα και τις εφοδιοπομπές τους ενώ είχαν χάσει πάνω από 2.400 άνδρες, έναντι 800 Αυστριακών απωλειών. Το χειρότερο όμως για τη Γαλλία ήταν ότι μετά την ήττα ο Μαξιμιλιανός της Βαυαρίας τάχθηκε υπέρ της Αυστρίας.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ Δ. ΚΑΡΥΚΑΣ