Διονύσιος, ο «Σκυλόσοφος»: 1611, η άδοξη επανάσταση κατά των Τούρκων

Ανέκαθεν στην ελληνική ιστορία υπήρξαν πρόσωπα, τα οποία έθεταν την αγάπη για την Πατρίδα και την Ελευθερία υπεράνω πάντων. Σε αυτή την κατηγορία ανήκε και ο επίσκοπος Τρικάλων (Τρίκκης) Διονύσιος. Πνεύμα ανεξάρτητο και αγέρωχο, δεν μπορούσε να ανεχθεί τον ζυγό των βαρβάρων. Μυημένος σε κάθε επαναστατική κίνηση, είχε ο ίδιος επαφές με του Ιππότες του Αγίου Ιωάννη. Οι

Τούρκοι είχαν πληροφορίες για τη δράση του και ο Διονύσιος αναγκάστηκε να καταφύγει στην Ευρώπη, ερχόμενος σε σύγκρουση ακόμα και με άλλους κληρικούς, οι οποίοι απλώς ήσαν λιγότερο απόκοτοι από τον ίδιο. Αργότερα όμως επέστρεψε στην Ελλάδα και μόνασε στην Ιερά Μονή του Αγίου Δημητρίου Κερασσόβου. Η πηγαία αγάπη του για την ελευθερία όμως δε τον άφηνε να ησυχάσει.

Έτσι άρχισε τις συνεννοήσεις με προκρίτους των γύρω χωριών, ακόμα και με απλούς χωρικού, προετοιμάζοντας επανάσταση στην Ήπειρο. Ο Διονύσιος κατάφερε να στρατολογήσει μια ομάδα ανδρών, εντελώς απαιδεύτων στα πολεμικά, με τους οποίους περιέτρεχε τα χωριά κηρύσσοντας το μήνυμα της αντίστασης στον κατακτητή. Κάποια μέρα μάλιστα ο Διονύσιος και οι άνδρες του επέδραμαν κατά των κατοικούντων στα χωριά Τουρκογρανίτσα και Ζαραβούσα Τούρκων, τους οποίους και κατέσφαξαν.

Η επιτυχία αυτή ανύψωσε το ηθικό των επαναστατών σε βαθμό να σκεφτούν να επιτεθούν στα ίδια τα Ιωάννινα! Την Κυριακή 10 Σεπτεμβρίου 1611 μια παράξενη ομάδα ανθρώπων έκανε την εμφάνιση της στα Ιωάννινα. Περίπου 1.000 άνδρες, τσοπάνηδες και χωρικοί, «εξοπλισμένοι» με δρεπάνια, γκλίτσες, ξύλα, πέτρες και μαχαίρια όρμησαν κατά του σπιτιού του Τούρκου πασά Ασουμάν και την πυρπόλησαν.

Ο πασάς και οι οικογένεια του μόλις κατόρθωσαν να ξεφύγουν, πηδώντας από τα παράθυρα. Στη συνέχεια ο Διονύσιος και οι άνδρες του επιτέθηκαν σε όποιον Τούρκο έβρισκαν μπροστά τους με την κραυγή «Κύριε Ελέησον» και «χαράτζι, χαρατζόπουλον και αναζουλόπουλον» (υπονοώντας τους νέους φόρους που είχαν επιβάλει οι Τούρκοι).

Οι Τούρκοι αιφνιδιάστηκαν αρχικά. Όταν όμως κατάλαβαν περί τίνος επρόκειτο ανέλαβαν τα όπλα τους και επιτέθηκαν και με ευκολία διασκόρπισαν τον «στρατό» του Διονυσίου. Ακολούθησε πανικός. Οι Τούρκοι άρχιζαν να σφάζουν με τη σειρά τους όποιον Έλληνα έβρισκαν μπροστά τους, ακόμα και αυτούς που πήγαιναν απλώς στην εκκλησία.

Ο Διονύσιος, βλέποντας τη φυγή των ανδρών του, κρύφτηκε σε μια μικρή σπηλιά, στα ριζά του κάστρου των Ιωαννίνων, όπου τότε υπήρχε ναός του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Οι Τούρκοι μάταια αναζητούσαν τον πρωταίτιο της στάσης. Τελικά τον ανακάλυψαν. Ο εθνομάρτυρας Διονύσιος γδάρθηκε ζωντανός και το δέρμα του γεμίστηκε με άχυρο και στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη.

Όσον αφορά τους άνδρες του που αιχμαλωτίστηκαν από τους Τούρκους, ο άγνωστος χρονικογράφος της εποχής μας παραδίδει ότι είχαν ακόμα χειρότερη του αρχηγού τους τύχη, καθώς άλλοι κρεμάστηκαν σε τσιγγέλια, άλλοι κάηκαν ζωντανοί και άλλοι σουβλίστηκαν.

Στο σημείο αυτό αναφέρουμε ότι το μαρτύριο του σουβλίσματος και της κρεάγρας ήταν ότι πιο επώδεινο μπορούσε να σκεφτεί η σαδιστική φαντασία των Τούρκων. Κατά το σούβλισμα το θύμα δεν πέθαινε αμέσως, αφού γίνοτνταν προσπάθεια να μην θιχτούν τα ζωτικά του όργανα. Αντίθετα το άλοιφαν το θύμα με πίσσα και το αργόψηναν σε χαμηλή φωτιά!

Στην κρεάγρα δε (ένα ικρίωμα με τσιγγέλια) το θύμα καρφωνόταν, είτε από τις μασχάλες, είτε από την κοιλιά, με μεγάλα σιδερένια τσιγγέλια και κρεμόταν από το ικρίωμα μέχρι να ξεψυχήσει, υποφέροντας από το ίδιο το βάρος του κορμιού του.

Πέραν του Διονύσου και των συν αυτόν μάρτυρες, άλλος ένας ευσεβής ιεράρχης, ο επίσκοπος Φαναρίου και Νεοχωρίου Σεραφείμ, πλήρωσε με τη ζωή του την χριστιανική του πίστη. Ο Σεραφείμ δεν είχε καμία ανάμιξη στο κίνημα του Διονυσίου. Η βαθιά του πίστη όμως τον καθιστούσε πρότυπο στα μάτια των ραγιάδων. Ακριβώς αυτό το πρότυπο ήθελαν να καταστρέψουν οι Τούρκοι.

Με το πρόσχημα λοιπόν της συμμετοχής του στην «επανάσταση» του Διονυσίου τον συνέλαβαν, τον βασάνισαν άγρια, παρά την ηλικία του και τελικά τον παλούκωσαν. Η επιδίωξη τους όμως να καταστρέψουν τι πρότυπο των Ελλήνων απέτυχε παταγωδώς, αφού η θυσία του Αγίου και εθνομάρτυρα επισκόπου, επέφερε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα στην ψυχολογία των σκλάβων Ελλήνων, όπως ακριβώς και η δολοφονία του πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ το 1821.